Η Αναδιαπραγμάτευση του Ρόλου των Τραπεζών στην Αναδιάρθρωση του Ιδιωτικού Χρέους-attorney
  • Η Αναδιαπραγμάτευση του Ρόλου των Τραπεζών στην Αναδιάρθρωση του Ιδιωτικού Χρέους

Η Αναδιαπραγμάτευση του Ρόλου των Τραπεζών στην Αναδιάρθρωση του Ιδιωτικού Χρέους

Σπύρος Δημόπουλος

Είναι γεγονός ότι η οικονομική κρίση και η διαχείρισή της από το κράτος είχε ως συνέπεια τη διόγκωση του ιδιωτικού χρέους στη χώρα μας, στο βαθμό που ο νομοθέτης ανά τακτά διαστήματα έχει κληθεί να επέμβει με διάφορα νομοθετήματα, ώστε να δύναται ρυθμιστεί το συγκεκριμένο αγκάθι στην εξυγίανση της οικονομίας της χώρας.

Έτσι σήμερα είμαστε σε θέση να ομιλούμε για το λεγόμενο δίκαιο αναδιάρθρωσης ιδιωτικού χρέους, μια νομοθετική γραμμή η οποία περιλαμβάνει ενέργειες όπως ο Νόμος Κατσέλη, η αναθεώρηση του πτωχευτικού κώδικα, ο Κώδικας Δεοντολογίας Τραπεζών, ο Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων κ.ά.

Τα ανωτέρω νομοθετήματα θεσμοθετούν, άλλοτε αυστηρότερα άλλοτε πιο ευχετικά, την έμπρακτη συμμετοχή των Τραπεζών στα οικεία εγχειρήματα, οι οποίες ως χρηματοδοτικοί φορείς συνιστούν το μεγαλύτερο πιστωτή του Έλληνα ιδιώτη.

Δυστυχώς η πρακτική εμπειρία οποιουδήποτε έχει ασχοληθεί έστω και λίγο με τον συγκεκριμένο τομέα είναι μία· οι Τράπεζες μέσω των στελεχών τους δεν συνεργάζονται με τους καταναλωτές στο βαθμό που υπαγορεύουν τόσο οι νέες νομικές υποχρεώσεις τους όσο και οι γενικές επιταγές της καλής πίστης.

Πολλές φορές τα στελέχη των Τραπεζών συμφωνούν σε βραχυπρόθεσμες ρυθμίσεις δίνοντας άτυπες υποσχέσεις ότι θα συμφωνηθεί στο μέλλον καλύτερη ρύθμιση. Με αυτό τον τρόπο  η ανάληψη ευθύνης μετακυλύεται χρονικά στο επόμενο στέλεχος που θα χρεωθεί το φάκελο του εκάστοτε δανείου, και το οποίο στέλεχος με τη σειρά του θα επιδείξει αντίστοιχη συμπεριφορά. Ούτως ο καταναλωτής εγκλωβίζεται σε μία μη βιώσιμη κατάσταση στην οποία ούτε μπορεί να επιβιώσει αλλά και από την οποία ούτε μπορεί να εξέλθει.

Ταυτόχρονα οι Τράπεζες στρέφονται σε δικές τους «ιδιωτικές» λύσεις για την επίλυση του προβλήματος, με τις πωλήσεις των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ξένα χαρτοφυλάκια σε δυσανάλογα χαμηλές τιμές, αποστερώντας τη δυνατότητα του Έλληνα καταναλωτή να χαίρει της ίδιας αντιμετώπισης και ευκαιρίας, και παρά την κρατική καθοδήγηση επ’ αυτού.

Τούτη η προσχηματική συμμετοχή ή  η γενική περιφρόνηση των νομικών εγχειρημάτων και κρατικών πρωτοβουλιών εκ μέρους των Τραπεζών έχει ως έτερο αποτέλεσμα τα δικαστήρια να επιφορτίζονται καταχρηστικά με το ρόλο του τελικού ρυθμιστή και διαπραγματευτή των οικονομικών ισορροπιών μεταξύ δύστροπου πιστωτή και απαξιωμένου οφειλέτη. Βέβαια, ως είναι αντιληπτό αυτό λαμβάνει χώρα μόνον κατόπιν καταβολής κόπου, χρόνου και χρήματος, που σίγουρα δεν διαθέτει ο μέσος επιχειρηματίας ή επιχείρηση που βρίσκεται στην αντίστοιχη ανάγκη.

Η Εταιρεία μας έχει ασχοληθεί εντατικά και επισταμένα με την συγκεκριμένη πτυχή του ζητήματος, ήτοι την αναγνώριση μέσω της δικαστικής οδού της καταχρηστικότητας της συμπεριφοράς των Τραπεζών μέσω της κακόπιστης άρνησης συνεργασίας με οφειλέτες, οι οποίοι κατά τα άλλα είναι άκρως τυπικοί με τις διαδικασίες που έχουν θεσπιστεί τόσο από το νόμο όσο και από τις ίδιες τις Τράπεζες.

Τα καλά νέα είναι πως φαίνεται σιγά σιγά ότι οι θεσμικές υποχρεώσεις των Τραπεζών στην παρούσα οικονομική πρόκληση της αναδιάρθρωσης του ιδιωτικού χρέους έχουν αρχίσει να κρυσταλλώνονται. Η ήδη υπάρχουσα νομοθεσία επί του θέματος έχει αυξηθεί στο βαθμό που είναι δυνατό να αναγνωριστεί ένα γενικό πνεύμα του νόμου το οποίο δεσμεύει τις Τράπεζες στην επίδειξη συγκεκριμένης συμπεριφοράς έναντι των καταναλωτών.

Ταυτόχρονα η δικαστική οδός έχει αρχίσει να αποφέρει καρπούς, όπως είναι προσφάτως η υπ΄αριθμ. 246/2018 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, όπου το δικαστήριο αναγνώρισε την υποχρέωση της Τράπεζας να ακολουθήσει τις διαδικασίες οικονομικής αξιολόγησης και τεκμηριωμένης πρότασης/αντιπρότασης του Κώδικα Δεοντολογίας για την καλόπιστη εξεύρεση κατάλληλης λύσης ρύθμισης με τον καταναλωτή.

Επιτέλους φαίνεται ότι βαδίζουμε προς μία συγκυρία όπου θα μπορούμε να ομιλούμε για αναδιάρθρωση του ιδιωτικού χρέους υπολογίζοντας και την ουσιαστική συμμετοχή των Τραπεζών, η οποία δεν θα εξαντλείται πλέον μόνον στην τυπικότητα αλλά θα συντελεί πραγματικά στην επίλυση ενός καίριου ζητήματος της εθνικής οικονομίας.